Σφοδρά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σφοδρά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
inveighingly
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφοδρά
σφοδρά συνώνυμο, σφοδρά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σφοδρά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σφικτά στα βουλγαρικά - плътно, здраво, тясно, силно, строго
- σφιχτός στα βουλγαρικά - стегнат, здраво, стегнато, плътно, строга
- σφοδρός στα βουλγαρικά - разпален, страстен, бурен, яростни, яростното
- σφουγγαρίζω στα βουλγαρικά - бърша, рошава коса, мия, MOP, моп
Τυχαίες λέξεις
Σφοδρά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: inveighingly
Μεταφράσεις: inveighingly