Σφοδρά στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σφοδρά, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
inveighingly
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφοδρά
σφοδρά συνώνυμο, σφοδρά λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σφοδρά στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σφικτά στα σλαβομακεδονικά - цврсто, тесно, добро, цврсто се, строго
- σφιχτός στα σλαβομακεδονικά - тесна, тесни, стегната, цврста, строга
- σφοδρός στα σλαβομακεδονικά - страстен, жестокото, остра, жестоки, поради која
- σφουγγαρίζω στα σλαβομακεδονικά - четка, гримаса, јаже
Τυχαίες λέξεις
Σφοδρά στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: inveighingly
Μεταφράσεις: inveighingly