Σφοδρά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σφοδρά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inveighingly
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφοδρά
σφοδρά συνώνυμο, σφοδρά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σφοδρά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σφικτά στα πορτογαλικά - firmemente, firma, firmar, hermeticamente, fortemente, força, com força
- σφιχτός στα πορτογαλικά - tigre, avaro, firmemente, avarento, apertado, apertada, firme, ...
- σφοδρός στα πορτογαλικά - veemente, veementes, veemência, enérgica, vehement
- σφουγγαρίζω στα πορτογαλικά - esfregão, MOP, espanador, esfregona, rodilha
Τυχαίες λέξεις
Σφοδρά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inveighingly
Μεταφράσεις: inveighingly