Σωματειακός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σωματειακός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
брак, somateiakos
Σωματειακός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματειακός

σωματειακός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σωματειακός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σωματίδιο στα βουλγαρικά - частица, частиците, на частиците, частици, частичките
  • σωματείο στα βουλγαρικά - клуб, корпорация, Corporation, корпоративен, корпоративния, Корпорейшън
  • σωματικά στα βουλγαρικά - телесния, телесен, телесна, телесни, повреда, телесно
  • σωματικός στα βουλγαρικά - физически, физическа, физическо, физическата, физическото
Τυχαίες λέξεις
Σωματειακός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: брак, somateiakos