Σωματειακός στα δανικά

Μετάφραση: σωματειακός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forening, union, sammenslutning, somateiakos
Σωματειακός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματειακός

σωματειακός λεξικό γλώσσας δανικά, σωματειακός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σωματίδιο στα δανικά - partikel, partiklen, partikler, partikelstørrelse, partikel-
  • σωματείο στα δανικά - Corporation, selskab, selskabsskat, selskabsskatten
  • σωματικά στα δανικά - kropslig, kropslige, fysisk, legemlig, personskade
  • σωματικός στα δανικά - legemlig, fysisk, fysiske, den fysiske
Τυχαίες λέξεις
Σωματειακός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forening, union, sammenslutning, somateiakos