Σωματειακός στα ουγγρικά

Μετάφραση: σωματειακός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egybekelés, unió, egybeolvadás, somateiakos
Σωματειακός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματειακός

σωματειακός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σωματειακός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σωματίδιο στα ουγγρικά - részecske, részecskék, részecskeméret, részecskemérete
  • σωματείο στα ουγγρικά - céh, vállalat, Corporation, társasági, társaságiadó, a társasági
  • σωματικά στα ουγγρικά - testben, testületileg, testi, a testi, személyi, test, fizikai
  • σωματικός στα ουγγρικά - természettani, invalidus, fizikai, a fizikai, testi, fizikális
Τυχαίες λέξεις
Σωματειακός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: egybekelés, unió, egybeolvadás, somateiakos