Τρανταχτός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τρανταχτός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шумен, силен, силно, Силни, висок
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρανταχτός
τρανταχτός συνώνυμο, τρανταχτός συνώνυμα, τρανταχτός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τρανταχτός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τρανζίστορ στα βουλγαρικά - транзистор, транзистора, транзисторен, транзисторни
- τραντάζω στα βουλγαρικά - тряска, дрънкалка, клопачка, детска дрънкалка, движа се с трясък, правя бързо
- τραπέζι στα βουλγαρικά - маса, таблица, стол, на маса, маса за, масичка
- τραπέζιο στα βουλγαρικά - трапец, трапецовидна, трапецовидно, трапеца, трапецовиден
Τυχαίες λέξεις
Τρανταχτός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шумен, силен, силно, Силни, висок
Μεταφράσεις: шумен, силен, силно, Силни, висок