Τρανταχτός στα λιθουανικά
Μετάφραση: τρανταχτός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garsiai, stiprus, garsus, garsi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρανταχτός
τρανταχτός συνώνυμο, τρανταχτός συνώνυμα, τρανταχτός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τρανταχτός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τρανζίστορ στα λιθουανικά - tranzistorius, transistor, tranzistoriniai, tranzistoriaus, tranzistorių
- τραντάζω στα λιθουανικά - smūgis, barškutis, tarškėjimas, barškalas, barškuolės gyvatės uodegos barškaliukai, atbarškinti
- τραπέζι στα λιθουανικά - lentelė, atidėti, stalas, stalo, lentelėje, table
- τραπέζιο στα λιθουανικά - trapecija, trapecijos, Trapeze, turnikas
Τυχαίες λέξεις
Τρανταχτός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: garsiai, stiprus, garsus, garsi
Μεταφράσεις: garsiai, stiprus, garsus, garsi