Τριφύλλι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τριφύλλι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
детелина, детелината, детелини, детелинка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριφύλλι
τριφύλλι φυτό, τριφύλλι αλεξανδρινό, τριφύλλι γκαζόν, τριφύλλι ή γκαζόν, τριφύλλι σπορά, τριφύλλι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τριφύλλι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τριποδίζω στα βουλγαρικά - лек галоп, галоп, галопа, на галоп, галоп на
- τριτεγγύηση στα βουλγαρικά - залог, гарант, поръчител, гаранта, гарантът, гаранти
- τριχωτός στα βουλγαρικά - космат, космати, косматоклетъчна, космато, окосмена
- τρομάζω στα βουλγαρικά - тревога, стряскам, да стресне, се подплаши внезапно, подплаши внезапно, или стресне
Τυχαίες λέξεις
Τριφύλλι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: детелина, детелината, детелини, детелинка
Μεταφράσεις: детелина, детелината, детелини, детелинка