Τριχωτός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τριχωτός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
космат, космати, косматоклетъчна, космато, окосмена
Τριχωτός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τριχωτός

τριχωτός επαρχιώτης, τριχωτός λευκοπλακία, τριχωτόσ άντρασ, τριχωτός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τριχωτός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τριτεγγύηση στα βουλγαρικά - залог, гарант, поръчител, гаранта, гарантът, гаранти
  • τριφύλλι στα βουλγαρικά - детелина, детелината, детелини, детелинка
  • τρομάζω στα βουλγαρικά - тревога, стряскам, да стресне, се подплаши внезапно, подплаши внезапно, или стресне
  • τρομακτικός στα βουλγαρικά - страшен, страшно, страшна, плашещо
Τυχαίες λέξεις
Τριχωτός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: космат, космати, косматоклетъчна, космато, окосмена