Τριχωτός στα γερμανικά
Μετάφραση: τριχωτός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
behaart, haarig, haarige, haarigen, behaarte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριχωτός
τριχωτός επαρχιώτης, τριχωτός λευκοπλακία, τριχωτόσ άντρασ, τριχωτός λεξικό γλώσσας γερμανικά, τριχωτός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- τριτεγγύηση στα γερμανικά - bürgschaft, garantiert, Garant, Garantiegeber, Bürge, Garanten, Bürgen
- τριφύλλι στα γερμανικά - klee, Klee, clover, Kleeblatt
- τρομάζω στα γερμανικά - fehlersignal, warnen, alarmieren, panik, alarm, wecker, alarmierung, ...
- τρομακτικός στα γερμανικά - gespenstisch, geisterhaft, schaurig, fürchterlich, erschreckend, unheimlich, gruselig, ...
Τυχαίες λέξεις
Τριχωτός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: behaart, haarig, haarige, haarigen, behaarte
Μεταφράσεις: behaart, haarig, haarige, haarigen, behaarte