Τριχωτός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τριχωτός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
peludo, piloso, cabeludo, hairy, peluda, peludos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριχωτός
τριχωτός επαρχιώτης, τριχωτός λευκοπλακία, τριχωτόσ άντρασ, τριχωτός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τριχωτός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τριτεγγύηση στα πορτογαλικά - fiador, avalista, garante, garantia, garantidor
- τριφύλλι στα πορτογαλικά - trevo, trevo de, do trevo, clover, de trevo
- τρομάζω στα πορτογαλικά - pânico, amizade, rebate, animado, alerta, vivo, alarmar, ...
- τρομακτικός στα πορτογαλικά - assustador, scary, assustadora, amendrontador, assustadores
Τυχαίες λέξεις
Τριχωτός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: peludo, piloso, cabeludo, hairy, peluda, peludos
Μεταφράσεις: peludo, piloso, cabeludo, hairy, peluda, peludos