Τριχωτός στα ισλανδικά

Μετάφραση: τριχωτός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
loðinn, loðnar, skinnfeldi, hárprútt, loðinn skal
Τριχωτός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τριχωτός

τριχωτός επαρχιώτης, τριχωτός λευκοπλακία, τριχωτόσ άντρασ, τριχωτός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τριχωτός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • τριτεγγύηση στα ισλανδικά - ábyrgðarmaður, ábyrgðaraðila, ábyrgðarmanni, ábyrgðarmanns, ábyrgðaraðili
  • τριφύλλι στα ισλανδικά - smári, smára
  • τρομάζω στα ισλανδικά - hræða, fælt, startle
  • τρομακτικός στα ισλανδικά - skelfilegur, skelfilegt, ógnvekjandi, hræðilegar
Τυχαίες λέξεις
Τριχωτός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: loðinn, loðnar, skinnfeldi, hárprútt, loðinn skal