Τριχωτός στα πολωνικά
Μετάφραση: τριχωτός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
włosisty, włochaty, kudłaty, kosmaty, owłosiony, owłosione
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριχωτός
τριχωτός επαρχιώτης, τριχωτός λευκοπλακία, τριχωτόσ άντρασ, τριχωτός λεξικό γλώσσας πολωνικά, τριχωτός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τριτεγγύηση στα πολωνικά - zabezpieczenie, gwarancja, poręczenie, gwarant, poręczyciel, gwarantem, gwaranta, ...
- τριφύλλι στα πολωνικά - koniczyna, koniczyny, clover, koniczynowy
- τρομάζω στα πολωνικά - postraszyć, popłoch, przelęknąć, alarm, trwoga, przepłoszyć, przerażać, ...
- τρομακτικός στα πολωνικά - okropny, bojaźliwy, straszny, straszliwy, przerażające, scary, straszne
Τυχαίες λέξεις
Τριχωτός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: włosisty, włochaty, kudłaty, kosmaty, owłosiony, owłosione
Μεταφράσεις: włosisty, włochaty, kudłaty, kosmaty, owłosiony, owłosione