Υπακοή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υπακοή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
верност, покорство, подчинение, послушание, послушанието, покорството
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπακοή
υπακοή μια παράξενη εντολή, υπακοή σκύλου, υπακοή καμία, υπακοή πινότση, υπακοή ψυχολογία, υπακοή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υπακοή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υπαινιγμός στα βουλγαρικά - намек, нотка, подсказка, и намек
- υπαινισσόμενος στα βουλγαρικά - Hinter
- υπακούω στα βουλγαρικά - покоряват, подчиняват, подчиняваме, покоряваме, се подчиняват
- υπαναχωρώ στα βουλγαρικά - оттеглям, прибере, се прибере, приберете, прибиране
Τυχαίες λέξεις
Υπακοή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: верност, покорство, подчинение, послушание, послушанието, покорството
Μεταφράσεις: верност, покорство, подчинение, послушание, послушанието, покорството