Υπακοή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: υπακοή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паслухмянасць, паслухмянства, паслушэнства, послух, паслушнасьць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπακοή
υπακοή μια παράξενη εντολή, υπακοή σκύλου, υπακοή καμία, υπακοή πινότση, υπακοή ψυχολογία, υπακοή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, υπακοή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- υπαινιγμός στα λευκορωσικά - намёк, намек
- υπαινισσόμενος στα λευκορωσικά - Hinter
- υπακούω στα λευκορωσικά - падпарадкоўвацца, падначальвацца, падпарадкавацца
- υπαναχωρώ στα λευκορωσικά - ўцягваць, уцягваць
Τυχαίες λέξεις
Υπακοή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: паслухмянасць, паслухмянства, паслушэнства, послух, паслушнасьць
Μεταφράσεις: паслухмянасць, паслухмянства, паслушэнства, послух, паслушнасьць