Υπακοή στα ουκρανικά

Μετάφραση: υπακοή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відданість, лояльність, вірність, послух, слухняність, послушання, послушність
Υπακοή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπακοή

υπακοή μια παράξενη εντολή, υπακοή σκύλου, υπακοή καμία, υπακοή πινότση, υπακοή ψυχολογία, υπακοή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπακοή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • υπαινιγμός στα ουκρανικά - мрячно, натяк, згадка, туманно, готелі, натякання, натякати, ...
  • υπαινισσόμενος στα ουκρανικά - алегоричний, Hinter
  • υπακούω στα ουκρανικά - підпорядковуватись, підкорятись, підкоритися, підкорятися, підпорядковуватися, коритися
  • υπαναχωρώ στα ουκρανικά - з-це, втягувати, втягати
Τυχαίες λέξεις
Υπακοή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відданість, лояльність, вірність, послух, слухняність, послушання, послушність