Ένοικος στα γερμανικά

Μετάφραση: ένοικος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pächter, mieter, mietverhältnis, Mieter, Pächter, Mieters
Ένοικος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένοικος

ένοικος εξάρχεια, μπαρ ένοικος, ένοικος ετυμολογία, ένοικος μετάφραση, ένοικος καλλιδρομίου, ένοικος λεξικό γλώσσας γερμανικά, ένοικος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ένιωθα στα γερμανικά - empfinden, empfunden, gefühlt, filz, abgetastet, fühlte, betasten, ...
  • έννοια στα γερμανικά - aufreiben, sinn, entwurf, konzept, ärger, konzeption, plan, ...
  • ένορκος στα γερμανικά - geschworene, geschworener, vereidigter, vereidigte, Geschworene, Schöffe, Juror, ...
  • ένοχος στα γερμανικά - täter, schuldbewusst, angreifer, schuldig, seinen, hat seinen, Schuldigen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ένοικος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: pächter, mieter, mietverhältnis, Mieter, Pächter, Mieters