Ανθρωπιστικός στα γερμανικά

Μετάφραση: ανθρωπιστικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
humanitär, humanitären, humanitäre, humanitärer, der humanitären
Ανθρωπιστικός στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανθρωπιστικός

ανθρωπιστικός συνώνυμο, ανθρωπιστικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, ανθρωπιστικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ανθρακίτης στα γερμανικά - glanzkohle, anthrazit, anthracite
  • ανθρακωρύχος στα γερμανικά - bergarbeiter, minenarbeiter, bergmann, kumpel, Kohlenarbeiter, Bergmann, collier
  • ανθρωποειδής στα γερμανικά - menschenähnlich, humanoide, humanoiden, humanoid, humanoider, ähnlich
  • ανθρωπολογία στα γερμανικά - anthropologie, menschenkunde, Anthropologie, der Anthropologie, Ethnologie, die Anthropologie
Τυχαίες λέξεις
Ανθρωπιστικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: humanitär, humanitären, humanitäre, humanitärer, der humanitären