Αυξομειώνω στα γερμανικά
Μετάφραση: αυξομειώνω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwankt, fluktuiert, schwanken, schwank
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυξομειώνω
αυξομειώνω λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυξομειώνω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αυξάνομαι στα γερμανικά - lafette, anhebung, pflanzen, anwachsen, kursanstieg, anpflanzen, ansteigen, ...
- αυξάνω στα γερμανικά - unterstützen, auftrieb, wachsen, vergrößerung, fördern, wachstum, steigern, ...
- αυστηρά στα γερμανικά - grundsätzlich, pingelig, strenges, streng, genau, strikt, ausschließlich, ...
- αυστηρός στα γερμανικά - düster, gesäß, po, entsagend, boden, massiv, akut, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυξομειώνω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schwankt, fluktuiert, schwanken, schwank
Μεταφράσεις: schwankt, fluktuiert, schwanken, schwank