Αυξομειώνω στα δανικά

Μετάφραση: αυξομειώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
svinger, varierer, fluktuerer, svingende, udsving
Αυξομειώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυξομειώνω

αυξομειώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αυξομειώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αυξάνομαι στα δανικά - stige, ske, vokse, bjerg, blive, vokser, dyrke, ...
  • αυξάνω στα δανικά - stige, tiltagende, tiltage, øge, vokse, vokser, dyrke, ...
  • αυστηρά στα δανικά - strengt, nøje, er strengt, absolut, udelukkende
  • αυστηρός στα δανικά - stiv, streng, alvorlig, svær, alvorlige, alvorligt, svært
Τυχαίες λέξεις
Αυξομειώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: svinger, varierer, fluktuerer, svingende, udsving