Αυξομειώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυξομειώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sveiflast, sveiflukenndur, sveiflast upp, sveiflist, bara breytist
Αυξομειώνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυξομειώνω

αυξομειώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυξομειώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυξάνομαι στα ισλανδικά - vaxa, hækka, gróa, að vaxa, vaxið, aukast, vaxi
  • αυξάνω στα ισλανδικά - hvessa, auki, hækkun, auking, vaxa, að vaxa, vaxið, ...
  • αυστηρά στα ισλανδικά - stranglega, strangt, nákvæmlega, eingöngu, einu
  • αυστηρός στα ισλανδικά - tilfinnanlegur, harður, alvarleg, alvarlega, alvarlegt, alvarlegri, alvarlegar
Τυχαίες λέξεις
Αυξομειώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sveiflast, sveiflukenndur, sveiflast upp, sveiflist, bara breytist