Αυξομειώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: αυξομειώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ingadozik, változik, ingadozó, mozog
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυξομειώνω
αυξομειώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αυξομειώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αυξάνομαι στα ουγγρικά - felemelkedés, hátasló, feltörés, fizetésemelés, béremelés, emelkedés, foglalat, ...
- αυξάνω στα ουγγρικά - nő, növekszik, növekedni, nőnek, nőni
- αυστηρά στα ουγγρικά - szigorúan, pontosan, feltétlenül, szigorú, kizárólag
- αυστηρός στα ουγγρικά - dísztelen, spártai, sallangmentes, aszkéta, rideg, önmegtartóztató, mord, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυξομειώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ingadozik, változik, ingadozó, mozog
Μεταφράσεις: ingadozik, változik, ingadozó, mozog