Βομβαρδισμός στα γερμανικά
Μετάφραση: βομβαρδισμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bombenabwurf, beschießung, Bombardement, Beschuss, Bombardierung, Beschießung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βομβαρδισμός
βομβαρδισμός της γκουέρνικα, βομβαρδισμός σερβίας, βομβαρδισμός πειραιά 1941, βομβαρδισμός της γιουγκοσλαβίας, βομβαρδισμός πειραιά, βομβαρδισμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, βομβαρδισμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βολικός στα γερμανικά - behaglich, trostreich, brauchbar, zweckmäßig, zweckdienlich, erfolgreich, bequem, ...
- βομβαρδίζω στα γερμανικά - bombardieren, beschießen, zu bombardieren, bombardiert
- βομβιστής στα γερμανικά - bomber, Bomber, Attentäter
- βορά στα γερμανικά - beute, Beute, Opfer, Raub, Greif
Τυχαίες λέξεις
Βομβαρδισμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bombenabwurf, beschießung, Bombardement, Beschuss, Bombardierung, Beschießung
Μεταφράσεις: bombenabwurf, beschießung, Bombardement, Beschuss, Bombardierung, Beschießung