Δηλητηριώδης στα γερμανικά
Μετάφραση: δηλητηριώδης, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
giftig, giftige, giftigen, Gift, giftiger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηλητηριώδης
δηλητηριώδης αράχνες, δηλητηριώδης κισσός, δηλητηριώδης βάτραχος dart, δηλητηριώδης πεταλούδα, δηλητηριώδης βάτραχος, δηλητηριώδης λεξικό γλώσσας γερμανικά, δηλητηριώδης στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- δηκτικός στα γερμανικά - vernichtend, frech, beschimpfend, beleidigende, bissig, scharf, vernichtende, ...
- δηλητηρίαση στα γερμανικά - vergiftung, Vergiftung, Vergiftungen, Vergiftungs
- δηλώνω στα γερμανικά - deklarieren, enthüllen, preisgeben, erklären, zu erklären, erkläre
- δημεύω στα γερμανικά - konfiszieren, beschlagnahmen, zu beschlagnahmen
Τυχαίες λέξεις
Δηλητηριώδης στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: giftig, giftige, giftigen, Gift, giftiger
Μεταφράσεις: giftig, giftige, giftigen, Gift, giftiger