Δηλητηριώδης στα δανικά
Μετάφραση: δηλητηριώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
giftig, giftige, giftigt, gift
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηλητηριώδης
δηλητηριώδης αράχνες, δηλητηριώδης κισσός, δηλητηριώδης βάτραχος dart, δηλητηριώδης πεταλούδα, δηλητηριώδης βάτραχος, δηλητηριώδης λεξικό γλώσσας δανικά, δηλητηριώδης στα δανικά
Μεταφράσεις
- δηκτικός στα δανικά - sønderlemmende, bidende, svidende, scathing, en sønderlemmende
- δηλητηρίαση στα δανικά - forgiftning, forgiftninger, forgiftningen
- δηλώνω στα δανικά - erklære, erklærer, fastslås
- δημεύω στα δανικά - konfiskere, konfiskation, beslaglægge, at konfiskere, konfiskerer
Τυχαίες λέξεις
Δηλητηριώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: giftig, giftige, giftigt, gift
Μεταφράσεις: giftig, giftige, giftigt, gift