Εμπόρευμα στα γερμανικά

Μετάφραση: εμπόρευμα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ware, gebrauchsgegenstand, güter, Ware, Rohstoff, Waren
Εμπόρευμα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπόρευμα

εμπόρευμα μετάφραση, εμπόρευμα και χρήμα, το εμπόρευμα, εμπόρευμα στα αγγλικά, εμπόρευμα αγγλικά, εμπόρευμα λεξικό γλώσσας γερμανικά, εμπόρευμα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εμπρός στα γερμανικά - stürmer, weiter, vorwärts, tschüß, vordere, hallo, voraus, ...
  • εμπόδιο στα γερμανικά - absperrung, störung, barriere, sperre, grenzschicht, verhinderung, verwehrung, ...
  • εμπόριο στα γερμανικά - kommerziell, handeln, eintauschen, handwerk, tausch, geschäftlich, handel, ...
  • εμφάνιση στα γερμανικά - sehen, auftreten, siehe, aussehen, erscheinen, vorkommen, blicken, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπόρευμα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ware, gebrauchsgegenstand, güter, Ware, Rohstoff, Waren