Επάρκεια στα γερμανικά

Μετάφραση: επάρκεια, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
angemessenheit, Angemessenheit, Eignung, Ausstattung, Angemessenheits, die Angemessenheit
Επάρκεια στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επάρκεια

επάρκεια διδασκαλίας γερμανικής γλώσσας, επάρκεια διδασκαλίας αγγλικών με proficiency msu, επάρκεια προσόντων διδασκαλίασ ξένησ γλώσσασ, επάρκεια msu, επάρκεια διδασκαλίας αγγλικών με proficiency 2014, επάρκεια λεξικό γλώσσας γερμανικά, επάρκεια στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • επάνοδος στα γερμανικά - rückkehr, comeback, Heimkehr, Homecoming
  • επάρατος στα γερμανικά - verflucht, verfluchte, Welle, Wellen, wave
  • επέκταση στα γερμανικά - streichen, verteilung, verteilen, ausbreiten, streuen, brotaufstrich, ausdehnung, ...
  • επέτειος στα γερμανικά - jubiläum, jahrestag, hochzeitstag, Jahrestag, Jubiläum, Jubiläums, Geburtstag, ...
Τυχαίες λέξεις
Επάρκεια στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: angemessenheit, Angemessenheit, Eignung, Ausstattung, Angemessenheits, die Angemessenheit