Επάρκεια στα εσθονικά
Μετάφραση: επάρκεια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
piisavus, adekvaatsus, adekvaatsuse, piisavuse, piisavust
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επάρκεια
επάρκεια διδασκαλίας γερμανικής γλώσσας, επάρκεια διδασκαλίας αγγλικών με proficiency msu, επάρκεια προσόντων διδασκαλίασ ξένησ γλώσσασ, επάρκεια msu, επάρκεια διδασκαλίας αγγλικών με proficiency 2014, επάρκεια λεξικό γλώσσας εσθονικά, επάρκεια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- επάνοδος στα εσθονικά - tagasitulek, repliik, koju, Kodumaale, homecoming, kojutulek, iluduskuningannat
- επάρατος στα εσθονικά - neetud, laine, lainete, laine-
- επέκταση στα εσθονικά - levik, laiendus, levima, pakkumine, laiendamine, pikendamine, pikendamise, ...
- επέτειος στα εσθονικά - aastapäev, aastapäeva, aastapäeval, aastapäevale, sünnipäeva
Τυχαίες λέξεις
Επάρκεια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: piisavus, adekvaatsus, adekvaatsuse, piisavuse, piisavust
Μεταφράσεις: piisavus, adekvaatsus, adekvaatsuse, piisavuse, piisavust