Εραστής στα γερμανικά
Μετάφραση: εραστής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geliebte, anhänger, geliebter, liebhaber, Liebhaber, Geliebte, Geliebten, lover
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εραστής
εραστής για κλάματα (1988), εραστής για κλάματα, εραστής δυτικών προαστίων επεισόδιο 8, εραστής δυτικών προαστίων, εραστής δυτικών προαστίων επεισόδιο 5, εραστής λεξικό γλώσσας γερμανικά, εραστής στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ερασιτέχνης στα γερμανικά - dilettantisch, amateur, dilettant, anfänger, kunstliebhaberin, kunstliebhaber, nichtfachmann, ...
- ερασιτεχνικός στα γερμανικά - nichtfachmann, dilettantisch, amateur, laienhaft, anfänger, hammy
- εργάζομαι στα γερμανικά - arbeitsplatz, tätigkeit, lösen, funktionieren, arbeit, verursachen, arbeiten, ...
- εργάτης στα γερμανικά - arbeiter, handarbeiter, handwerker, Arbeiter, Arbeitnehmer, worker, Arbeitnehmers
Τυχαίες λέξεις
Εραστής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: geliebte, anhänger, geliebter, liebhaber, Liebhaber, Geliebte, Geliebten, lover
Μεταφράσεις: geliebte, anhänger, geliebter, liebhaber, Liebhaber, Geliebte, Geliebten, lover