Μουρμουρίζω στα γερμανικά

Μετάφραση: μουρμουρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gemurmel, mauscheln, grunzen, gemauschel, Gurgeln, plappern, Plätschern, burble, murmelt
Μουρμουρίζω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουρμουρίζω

μουρμουρίζω στα αγγλικά, μουρμουρίζω αγγλικά, μουρμουρίζω συνόνυμα, μουρμουρίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, μουρμουρίζω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μουδιασμένος στα γερμανικά - betäubt, taub, gefühllos, numb, tauben, benommen
  • μουντός στα γερμανικά - langweilig, matt, schwerfällig, blödsinnig, stumpfsinnig, düster, bewölkt, ...
  • μουρνταριά στα γερμανικά - schmutz, sauerei, Wüstling, Libertin, libertine, Wüst
  • μουσάτος στα γερμανικά - bärtig, bärtigen, bärtiger, bärtige, bearded
Τυχαίες λέξεις
Μουρμουρίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gemurmel, mauscheln, grunzen, gemauschel, Gurgeln, plappern, Plätschern, burble, murmelt