Μούδιασμα στα γερμανικά
Μετάφραση: μούδιασμα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
benommenheit, Taubheit, Taubheitsgefühl, Erstarrung, Taubheits, Benommenheit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούδιασμα
μούδιασμα στο πόδι, μούδιασμα στα δάχτυλα του δεξιού χεριού, μούδιασμα στο πρόσωπο, μούδιασμα στα ακρα, μούδιασμα στα χέρια, μούδιασμα λεξικό γλώσσας γερμανικά, μούδιασμα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μοχθηρός στα γερμανικά - gehässig, böswillig, übelwollend, arglistig, boshaft, spiteful, gehässigen, ...
- μοχλός στα γερμανικά - hebel, montiereisen, Hebel, Hebels
- μούμια στα γερμανικά - mama, mumie, mutti, mami, Mumie, Mama, Mami, ...
- μούρη στα γερμανικά - dummkopf, becher, physiognomie, krug, visage, Schnauze, Rüssel, ...
Τυχαίες λέξεις
Μούδιασμα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: benommenheit, Taubheit, Taubheitsgefühl, Erstarrung, Taubheits, Benommenheit
Μεταφράσεις: benommenheit, Taubheit, Taubheitsgefühl, Erstarrung, Taubheits, Benommenheit