Μούδιασμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μούδιασμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
entorpecimento, torpor, dormência, numbness, adormecimento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούδιασμα
μούδιασμα στο πόδι, μούδιασμα στα δάχτυλα του δεξιού χεριού, μούδιασμα στο πρόσωπο, μούδιασμα στα ακρα, μούδιασμα στα χέρια, μούδιασμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μούδιασμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μοχθηρός στα πορτογαλικά - malvado, malicioso, rancoroso, maldoso, spiteful, rancorosa, maldosa
- μοχλός στα πορτογαλικά - alavanca, nível, aplanar, alavanca de, alavanca do, a alavanca, da alavanca
- μούμια στα πορτογαλικά - múmia, mamã, mamães, Mummy, da mamã
- μούρη στα πορτογαλικά - focinho, snout, nariz, tromba, focinho de
Τυχαίες λέξεις
Μούδιασμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: entorpecimento, torpor, dormência, numbness, adormecimento
Μεταφράσεις: entorpecimento, torpor, dormência, numbness, adormecimento