Μούδιασμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μούδιασμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вкочанетост, отрпнатост, затапеност, мртвило, вкочанетост на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μούδιασμα
μούδιασμα στο πόδι, μούδιασμα στα δάχτυλα του δεξιού χεριού, μούδιασμα στο πρόσωπο, μούδιασμα στα ακρα, μούδιασμα στα χέρια, μούδιασμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μούδιασμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μοχθηρός στα σλαβομακεδονικά - зајадлив, злостен
- μοχλός στα σλαβομακεδονικά - лост, рачка, рачката, лостот, ја рачката
- μούμια στα σλαβομακεδονικά - мумија, мумијата, мама, на мама, мумијата на
- μούρη στα σλαβομακεδονικά - муцка, муцката
Τυχαίες λέξεις
Μούδιασμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вкочанетост, отрпнатост, затапеност, мртвило, вкочанетост на
Μεταφράσεις: вкочанетост, отрпнатост, затапеност, мртвило, вкочанетост на