Μόνο στα γερμανικά
Μετάφραση: μόνο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einsam, einzig, lediglich, allein, nur, einzige, erst, ausschließlich
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόνο
μόνο για τη λέσβο, μόνο μαζί σου, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί, μόνο αυτό ζητώ στίχοι, μόνο μαζί σου μπορώ να ονειρεύομαι, μόνο λεξικό γλώσσας γερμανικά, μόνο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μόνιμα στα γερμανικά - ständig, stetig, dauerhaft, permanent, fest, endgültig
- μόνιμος στα γερμανικά - ortsansässige, anwohner, gleichmäßig, anhaltend, nachhaltig, dauerwelle, ständig, ...
- μόνος στα γερμανικά - abgeschieden, einzig, ledig, eins, unverheiratet, einsam, alleine, ...
- μόριο στα γερμανικά - partikel, n, teilchen, Molekül, Moleküls
Τυχαίες λέξεις
Μόνο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: einsam, einzig, lediglich, allein, nur, einzige, erst, ausschließlich
Μεταφράσεις: einsam, einzig, lediglich, allein, nur, einzige, erst, ausschließlich