Νεύρο στα γερμανικά
Μετάφραση: νεύρο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nerv, dreistigkeit, verwegenheit, mut, kühnheit, Nerv, Nerven-, Mut, Nerven
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεύρο
ωλένιο νεύρο, νεύρο δοντιού, νεύρο κροταφογναθική άρθρωση, νεύρο της νεφρικής πυέλου, ισχιακό νεύρο, νεύρο λεξικό γλώσσας γερμανικά, νεύρο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- νεωτεριστικός στα γερμανικά - neuartig, neu, innovativ, modernistisch, modernistischen, modernistische, modernistic, ...
- νεότητα στα γερμανικά - jüngling, junge, jugendzeit, Jugend, Jugendliche, Jugendlichen, Jugend-
- νεύω στα γερμανικά - anzeichen, fanal, indizieren, signal, zeichen, Nicken, Kopfnicken, ...
- νημάτιο στα γερμανικά - heizfaden, draht, faden, Glühfaden, Faden, Glühdraht, Filament, ...
Τυχαίες λέξεις
Νεύρο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: nerv, dreistigkeit, verwegenheit, mut, kühnheit, Nerv, Nerven-, Mut, Nerven
Μεταφράσεις: nerv, dreistigkeit, verwegenheit, mut, kühnheit, Nerv, Nerven-, Mut, Nerven