Νεύρο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: νεύρο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нерв, неру, нерва, нэрв
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νεύρο
ωλένιο νεύρο, νεύρο δοντιού, νεύρο κροταφογναθική άρθρωση, νεύρο της νεφρικής πυέλου, ισχιακό νεύρο, νεύρο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νεύρο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- νεωτεριστικός στα λευκορωσικά - мадэрнісцкі
- νεότητα στα λευκορωσικά - моладзь
- νεύω στα λευκορωσικά - ківок, кіў
- νημάτιο στα λευκορωσικά - нiтка, нітка, нітку, ніць
Τυχαίες λέξεις
Νεύρο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нерв, неру, нерва, нэрв
Μεταφράσεις: нерв, неру, нерва, нэрв