Σαρκώδης στα γερμανικά
Μετάφραση: σαρκώδης, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fleischig, fleischigen, fleischige, fleischiger, fleischiges
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκώδης
σαρκώδης καρποί, σαρκώδης λεξικό γλώσσας γερμανικά, σαρκώδης στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σαρκοβόρος στα γερμανικά - Fleisch fressend, fleischfress, fleischfressende, fleischfressenden, Fleisch fressende
- σαρκοφάγος στα γερμανικά - Sarkophag, Sarkophags, Sarg
- σαρωτικός στα γερμανικά - ausfegend, pauschale, fegend, weitgehend, Kehren, Kehr, geschwungenen, ...
- σαρώνω στα γερμανικά - abtasten, überfliegen, untersuchen, abtastung, Schwung, fegen, Bogen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαρκώδης στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fleischig, fleischigen, fleischige, fleischiger, fleischiges
Μεταφράσεις: fleischig, fleischigen, fleischige, fleischiger, fleischiges