Σαρκώδης στα ουγγρικά
Μετάφραση: σαρκώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
molett, húsos, húsosabb, húsosak, a húsos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκώδης
σαρκώδης καρποί, σαρκώδης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σαρκώδης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σαρκοβόρος στα ουγγρικά - húsevő, ragadozó, húsevõ, a húsevő, a ragadozó
- σαρκοφάγος στα ουγγρικά - szarkofág, szarkofágot, szarkofágja, szarkofágját, szarkofágban
- σαρωτικός στα ουγγρικά - sodró, száguldó, elsöprő, lendületes, seprési, lenyűgöző
- σαρώνω στα ουγγρικά - pásztázás, skandálható, átfogóképesség, letapogatás, söprés, sweep, söpörni, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαρκώδης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: molett, húsos, húsosabb, húsosak, a húsos
Μεταφράσεις: molett, húsos, húsosabb, húsosak, a húsos