Σαρκώδης στα ιταλικά
Μετάφραση: σαρκώδης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
carnoso, carnosa, carnose, carnosi, polposo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρκώδης
σαρκώδης καρποί, σαρκώδης λεξικό γλώσσας ιταλικά, σαρκώδης στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- σαρκοβόρος στα ιταλικά - carnivoro, carnivori, carnivora, carnivore, carnivori da
- σαρκοφάγος στα ιταλικά - sarcofago, sarcofago di, sarcofagi, sarcophagus, sarcofago in
- σαρωτικός στα ιταλικά - pulizia, radicale, ampio, spazzare, spazzamento
- σαρώνω στα ιταλικά - spazzare, ramazzare, scopare, spazzata, di spazzata, di sweep, la spazzata
Τυχαίες λέξεις
Σαρκώδης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: carnoso, carnosa, carnose, carnosi, polposo
Μεταφράσεις: carnoso, carnosa, carnose, carnosi, polposo