Στιφάδο στα γερμανικά
Μετάφραση: στιφάδο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kohl, eintopfgericht, Eintopf, Eintopfgericht, stew
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιφάδο
στιφάδο θερμίδες, στιφάδο μοσχαράκι, στιφάδο αργυρώ, στιφάδο χταπόδι, στιφάδο συνταγή, στιφάδο λεξικό γλώσσας γερμανικά, στιφάδο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- στιλβώνω στα γερμανικά - verfeinern, schliff, raffinieren, putzen, politur, putzmittel, polnisch, ...
- στιλπνός στα γερμανικά - illustrierte, geschmeidig, seidig, glatt, seidenartig, seiden, glänzend, ...
- στοά στα γερμανικά - arkade, säulengang, bogengang, Galerie, Gallery, Gallerie
- στοίβα στα γερμανικά - stoß, atommeiler, meiler, atomreaktor, stapel, pfahl, menge, ...
Τυχαίες λέξεις
Στιφάδο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: kohl, eintopfgericht, Eintopf, Eintopfgericht, stew
Μεταφράσεις: kohl, eintopfgericht, Eintopf, Eintopfgericht, stew