Όπλα στα γερμανικά

Μετάφραση: όπλα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bewaffnung, waffe, waffen, wappen, arme, Waffen, Arme, Armen
Όπλα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όπλα

ὀπλα με σιγαστήρα για ήσυχους πολέμους», όπλα λεξικό γλώσσας γερμανικά, όπλα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • όξινος στα γερμανικά - säurehaltig, sauer, sauren, saure, saurer, saures
  • όπερα στα γερμανικά - oper, Oper, Opern, opera
  • όπλο στα γερμανικά - bewaffnen, rüsten, revolver, abzweigung, schusswaffe, armlehne, waffe, ...
  • όπου στα γερμανικά - wo, denen, wobei, wenn
Τυχαίες λέξεις
Όπλα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bewaffnung, waffe, waffen, wappen, arme, Waffen, Arme, Armen