Αγορίστικός στα δανικά

Μετάφραση: αγορίστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
drenget, drengede, drengeagtig, drengeagtige, en drenget
Αγορίστικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγορίστικός

αγορίστικός λεξικό γλώσσας δανικά, αγορίστικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αγορά στα δανικά - marked, købe, køb, indkøb, torv, markedet, markedets, ...
  • αγοράζω στα δανικά - indkøb, købe, køb, køber, at købe, indkøbe
  • αγοραστής στα δανικά - køber, køberen, købers, køberens
  • αγορεύω στα δανικά - påberåbe, påberåbe sig, paaberaabe sig, paaberaabe
Τυχαίες λέξεις
Αγορίστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: drenget, drengede, drengeagtig, drengeagtige, en drenget