Αγορίστικός στα τούρκικα
Μετάφραση: αγορίστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çocuksu, boyish, çocukça, çocuksu bir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγορίστικός
αγορίστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αγορίστικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αγορά στα τούρκικα - miktar, alım, çarşı, pazar, piyasa, piyasası, pazarı, ...
- αγοράζω στα τούρκικα - alım, satın almak, satın, almak, satın al, satınalmak
- αγοραστής στα τούρκικα - alıcı, Alici, alıcının, bir alıcı
- αγορεύω στα τούρκικα - savunmak, mazeret, rica, itiraf, yalvarmaya
Τυχαίες λέξεις
Αγορίστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çocuksu, boyish, çocukça, çocuksu bir
Μεταφράσεις: çocuksu, boyish, çocukça, çocuksu bir