Αλάνθαστος στα δανικά

Μετάφραση: αλάνθαστος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ufejlbarlig, ufejlbarlige, ufejlbarligt, ufejlbar
Αλάνθαστος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλάνθαστος

ουδείς αλάνθαστος, αλάνθαστοσ συνώνυμα, αλάνθαστος λεξικό γλώσσας δανικά, αλάνθαστος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αλάβαστρο στα δανικά - alabast, Alabaster, Alabastkrukke
  • αλάθητος στα δανικά - idiotsikker, idiotsikkert, idiotsikre, idiotsikret, foolproof
  • αλάτι στα δανικά - salte, salt, saltet
  • αλέθω στα δανικά - male, fabrik, grind, trummerum, slibe, formaling
Τυχαίες λέξεις
Αλάνθαστος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ufejlbarlig, ufejlbarlige, ufejlbarligt, ufejlbar