Ανήσυχος στα δανικά
Μετάφραση: ανήσυχος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bekymrede, bekymret, bekymret for, bekymret over, bange for
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανήσυχος
ανήσυχος ύπνος μωρού, ανήσυχος υπερβολικός, ανήσυχος ύπνος μωρού 5 μηνων, ανήσυχος ύπνος νεογέννητου, ανήσυχος ύπνος παιδιού, ανήσυχος λεξικό γλώσσας δανικά, ανήσυχος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανήμπορος στα δανικά - hjælpeløs, hjælpeløse, hjælpeløst
- ανήσυχα στα δανικά - uroligt, urolig, sig uroligt, beklemt, nervøst
- ανήφορος στα δανικά - klatre, stigning, opstigning, stigningen, klatretur
- ανίκανος στα δανικά - inkompetente, inkompetent, uduelig, inhabil, uduelige
Τυχαίες λέξεις
Ανήσυχος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bekymrede, bekymret, bekymret for, bekymret over, bange for
Μεταφράσεις: bekymrede, bekymret, bekymret for, bekymret over, bange for