Αρχή στα δανικά

Μετάφραση: αρχή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
angreb, start, begynde, kilde, oprindelse, begyndelse, begynder, begyndt, der begynder, begyndelsen, begyndende
Αρχή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχή

αρχή της δεδηλωμένης, αρχή της επαλληλίας, αρχή αναλογικότητας, αρχή της επικουρικότητας, αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αρχή λεξικό γλώσσας δανικά, αρχή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αρχάριος στα δανικά - novice, nybegynder, begynderbrugeren, nybegyndere, uerfarne
  • αρχέγονος στα δανικά - primitive, primitiv, primitivt
  • αρχίζω στα δανικά - begynde, start, begyndelse, starten, starte, startsiden, begyndelsen
  • αρχαίος στα δανικά - gammel, gamle, antikke, det gamle, oldtidens
Τυχαίες λέξεις
Αρχή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: angreb, start, begynde, kilde, oprindelse, begyndelse, begynder, begyndt, der begynder, begyndelsen, begyndende