Αρχή στα ισλανδικά
Μετάφραση: αρχή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
upphaf, byrjun, ræsa, hefst, byrja, farin, að byrja, upphafi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχή
αρχή της δεδηλωμένης, αρχή της επαλληλίας, αρχή αναλογικότητας, αρχή της επικουρικότητας, αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αρχή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αρχή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αρχάριος στα ισλανδικά - nýliði, Nýliða, Novice
- αρχέγονος στα ισλανδικά - frumstæð, frumstæða, frumstæðar, frumstæður, frumstætt
- αρχίζω στα ισλανδικά - ræsa, byrja, byrjun, Start, upphaf, að byrja
- αρχαίος στα ισλανδικά - forn, forna, fornu, gamla, gömul
Τυχαίες λέξεις
Αρχή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: upphaf, byrjun, ræsa, hefst, byrja, farin, að byrja, upphafi
Μεταφράσεις: upphaf, byrjun, ræsa, hefst, byrja, farin, að byrja, upphafi