Αυτοκόλλητο στα δανικά

Μετάφραση: αυτοκόλλητο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Sticker, klistermærke, mærkat, til bil
Αυτοκόλλητο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτοκόλλητο

αυτοκόλλητο πάτωμα, αυτοκόλλητο σουτιέν σιλικόνης, αυτοκόλλητο ικα 2014, αυτοκόλλητο τοίχου, αυτοκόλλητο χαρτί, αυτοκόλλητο λεξικό γλώσσας δανικά, αυτοκόλλητο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αυτοκρατορικός στα δανικά - imperial, kejserlige, kejserlig, imperialistiske, imperialistisk
  • αυτοκτονία στα δανικά - selvmord, begå selvmord, at begå selvmord, af selvmord
  • αυτοματικός στα δανικά - automatisk, automatik, automatikken, automatics, automatiske funktioner, styringsautomatik
  • αυτοματοποίηση στα δανικά - automation, automatisering, Automations, automatik, automatiseringen
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκόλλητο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Sticker, klistermærke, mærkat, til bil