Αυτοκόλλητο στα τούρκικα
Μετάφραση: αυτοκόλλητο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diken, etiket, Sticker, Plaka, plakası, çıkartma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκόλλητο
αυτοκόλλητο πάτωμα, αυτοκόλλητο σουτιέν σιλικόνης, αυτοκόλλητο ικα 2014, αυτοκόλλητο τοίχου, αυτοκόλλητο χαρτί, αυτοκόλλητο λεξικό γλώσσας τούρκικα, αυτοκόλλητο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αυτοκρατορικός στα τούρκικα - imparatorluk, Imperial, emperyal, emperyalist, The Imperial
- αυτοκτονία στα τούρκικα - intihar, özkıyım, bir intihar, intiharı
- αυτοματικός στα τούρκικα - otomatik, otomatiği, Otomatiğin tesisleri ve aygıtları, Otomatiğin tesisleri ve, için otomatik, automatics
- αυτοματοποίηση στα τούρκικα - otomasyon, otomasyonu, Automation, otomatikleştirme
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκόλλητο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: diken, etiket, Sticker, Plaka, plakası, çıkartma
Μεταφράσεις: diken, etiket, Sticker, Plaka, plakası, çıkartma